repartirse: Difference between revisions
From LSJ
φύγωμεν οὖν τὴν συνήθειαν ... ἄγχει τὸν ἄνθρωπον, τῆς ἀληθείας ἀποτρέπει → so let's stay away from the habitual ... it strangles us, turns us away from the truth
(3) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[διαιρέω]], [[ἐκδίδωμι]], [[διατάσσω]], [[διανέμω]], [[διαμερίζω]], [[διαμοιράομαι]], [[δατέομαι]], [[διαλαμβάνω]], [[διαμετρέω]], [[διαδατέομαι]], [[ | |sltx=[[διαιρέω]], [[ἐκδίδωμι]], [[διατάσσω]], [[διανέμω]], [[διαμερίζω]], [[διαμοιράομαι]], [[δατέομαι]], [[διαλαμβάνω]], [[διαμετρέω]], [[διαδατέομαι]], [[διαχέομαι]], [[διαλαγχάνω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 06:57, 12 July 2024
Spanish > Greek
διαιρέω, ἐκδίδωμι, διατάσσω, διανέμω, διαμερίζω, διαμοιράομαι, δατέομαι, διαλαμβάνω, διαμετρέω, διαδατέομαι, διαχέομαι, διαλαγχάνω