ἀλλογνώς: Difference between revisions
From LSJ
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
(big3_3) |
(2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῶτος [[extraño]] σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι Emp.B 126. | |dgtxt=-ῶτος [[extraño]] σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι Emp.B 126. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἀλλογνὼς (-ώτος), ο, η (Α)<br />ο αλλόγνωτος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀλλο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γνὼς</i> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>γνω</i>-του ρ. [[γιγνώσκω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:50, 29 September 2017
English (LSJ)
ῶτος, ὁ, ἡ,
A unknown, strange, Emp.126.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλλογνώς: ῶτος, ὁ, ἡ, = τῷ ἑπομ., Ἐμπεδ. 194, κατὰ δοτικήν.
Spanish (DGE)
-ῶτος extraño σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι Emp.B 126.
Greek Monolingual
ἀλλογνὼς (-ώτος), ο, η (Α)
ο αλλόγνωτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλλο- + -γνὼς < θ. γνω-του ρ. γιγνώσκω.