λαμπροδόμητος: Difference between revisions

From LSJ

κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart

Source
(6_18)
 
(22)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''λαμπροδόμητος''': -ον, ὁ λαμπρὸς φαινόμενος, Μανασσ. Χρον. 6273.
|lstext='''λαμπροδόμητος''': -ον, ὁ λαμπρὸς φαινόμενος, Μανασσ. Χρον. 6273.
}}
{{grml
|mltxt=[[λαμπροδόμητος]], -ον (Μ)<br />οικοδομημένος [[λαμπρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λαμπρός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δόμητος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δομώ]])].
}}
}}

Latest revision as of 07:32, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

λαμπροδόμητος: -ον, ὁ λαμπρὸς φαινόμενος, Μανασσ. Χρον. 6273.

Greek Monolingual

λαμπροδόμητος, -ον (Μ)
οικοδομημένος λαμπρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπρός + -δόμητος (< δομώ)].