μεσαύλιον: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach

Menander, Monostichoi, 504
(6_21)
(24)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεσαύλιον''': τό, [[μέλος]] μουσικὸν δι’ αὐλοῦ παιζόμενον κατὰ τὰ διαλείμματα χορικοῦ ᾄσματος, Εὐστ. 862. 19· μεσαυλικὸν [[κροῦσμα]] ἐν Ἀριστείδ. Κοϊντιλιαν. σ. 26.
|lstext='''μεσαύλιον''': τό, [[μέλος]] μουσικὸν δι’ αὐλοῦ παιζόμενον κατὰ τὰ διαλείμματα χορικοῦ ᾄσματος, Εὐστ. 862. 19· μεσαυλικὸν [[κροῦσμα]] ἐν Ἀριστείδ. Κοϊντιλιαν. σ. 26.
}}
{{grml
|mltxt=[[μεσαύλιον]], τὸ (Α)<br />μουσικό [[μέλος]] το οποίο παιζόταν με αυλό [[ανάμεσα]] στα χορικά άσματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[αὐλός]].
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσαύλιον Medium diacritics: μεσαύλιον Low diacritics: μεσαύλιον Capitals: ΜΕΣΑΥΛΙΟΝ
Transliteration A: mesaúlion Transliteration B: mesaulion Transliteration C: mesaylion Beta Code: mesau/lion

English (LSJ)

τό, (αὐλός)

   A piece of flute-music, played in the intervals of the choral song, Vit.Aesop.Oxy.2083.27, Eust.862.19:—hence μεσ-αυλικὰ κρούματα Aristid.Quint.1.11.

Greek (Liddell-Scott)

μεσαύλιον: τό, μέλος μουσικὸν δι’ αὐλοῦ παιζόμενον κατὰ τὰ διαλείμματα χορικοῦ ᾄσματος, Εὐστ. 862. 19· μεσαυλικὸν κροῦσμα ἐν Ἀριστείδ. Κοϊντιλιαν. σ. 26.

Greek Monolingual

μεσαύλιον, τὸ (Α)
μουσικό μέλος το οποίο παιζόταν με αυλό ανάμεσα στα χορικά άσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + αὐλός.