περιμάρμαρος: Difference between revisions

From LSJ

γυναικόφρων γὰρ θυμὸς ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ → it's an unwise man who shows a woman's spirit

Source
(6_15)
(32)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιμάρμαρος''': ὁ, ὁ [[πανταχόθεν]] μαρμαίρων, Ἐπιγρ. [[ἔμμετρος]] Ἄνδρου Kaib. epigr. gr. 1028.
|lstext='''περιμάρμαρος''': ὁ, ὁ [[πανταχόθεν]] μαρμαίρων, Ἐπιγρ. [[ἔμμετρος]] Ἄνδρου Kaib. epigr. gr. 1028.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[περιμαρμαίρω]]<br />αυτός που λαμποκοπά από όλες τις μεριές.
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιμάρμᾰρος Medium diacritics: περιμάρμαρος Low diacritics: περιμάρμαρος Capitals: ΠΕΡΙΜΑΡΜΑΡΟΣ
Transliteration A: perimármaros Transliteration B: perimarmaros Transliteration C: perimarmaros Beta Code: perima/rmaros

English (LSJ)

ον,

   A sparkling, π. ἄνθεσιν ἄχνας φλοῖσβος Hymn.Is. 165.

Greek (Liddell-Scott)

περιμάρμαρος: ὁ, ὁ πανταχόθεν μαρμαίρων, Ἐπιγρ. ἔμμετρος Ἄνδρου Kaib. epigr. gr. 1028.

Greek Monolingual

-ον, Α περιμαρμαίρω
αυτός που λαμποκοπά από όλες τις μεριές.