πλεονότης: Difference between revisions
From LSJ
Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein
(6_12) |
(33) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλεονότης''': ἴδε [[πλειονότης]]. | |lstext='''πλεονότης''': ἴδε [[πλειονότης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, Α<br /><b>βλ.</b> [[πλειονότητα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 29 September 2017
English (LSJ)
A v. πλειονότης.
German (Pape)
[Seite 630] ητος, ἡ, = πλειονότης, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
πλεονότης: ἴδε πλειονότης.
Greek Monolingual
η, Α
βλ. πλειονότητα.