Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σπαθία: Difference between revisions

From LSJ
(6_9)
(38)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''σπᾰθία''': ἡ, [[κτύπημα]] διὰ σπάθης, «σπαθιά», Achmes Ὀνειροκρ. 119, 249, Βυζ.
|lstext='''σπᾰθία''': ἡ, [[κτύπημα]] διὰ σπάθης, «σπαθιά», Achmes Ὀνειροκρ. 119, 249, Βυζ.
}}
{{grml
|mltxt=η / [[σπαθία]], ΝΜ, και [[σπαθέα]] Μ<br />[[χτύπημα]] με [[σπαθί]], [[καθώς]] και το [[τραύμα]] που δημιουργείται από αυτό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπαθίον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>έα</i> / -<i>ιά</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μαχαιρ</i>-<i>ιά</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:30, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 915] ἡ, = σπάθη 4.

Greek (Liddell-Scott)

σπᾰθία: ἡ, κτύπημα διὰ σπάθης, «σπαθιά», Achmes Ὀνειροκρ. 119, 249, Βυζ.

Greek Monolingual

η / σπαθία, ΝΜ, και σπαθέα Μ
χτύπημα με σπαθί, καθώς και το τραύμα που δημιουργείται από αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπαθίον + κατάλ. -έα / -ιά (πρβλ. μαχαιρ-ιά)].