συγκίρνημι: Difference between revisions

From LSJ

ἡδονήν, μέγιστον κακοῦ δέλεαρ → pleasure, the greatest incitement to evildoing | pleasure, a most mighty lure to evil | pleasure, the great bait to evil

Source
(6_3)
(39)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκίρνημι''': [[συγκεράννυμι]], Ἀθήν. 38F˙ [[ὡσαύτως]] συγκιρνάω Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ. ― Μέσ., Ἀθήν. 476A, Διογ. Λ. 7. 158. ― Παθητ. Τίμ. Λοκρ. 96A, Σχόλ. εἰς Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 159.
|lstext='''συγκίρνημι''': [[συγκεράννυμι]], Ἀθήν. 38F˙ [[ὡσαύτως]] συγκιρνάω Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ. ― Μέσ., Ἀθήν. 476A, Διογ. Λ. 7. 158. ― Παθητ. Τίμ. Λοκρ. 96A, Σχόλ. εἰς Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 159.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>βλ.</b> [[συγκεραννύω]].
}}
}}

Revision as of 12:33, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκίρνημι Medium diacritics: συγκίρνημι Low diacritics: συγκίρνημι Capitals: ΣΥΓΚΙΡΝΗΜΙ
Transliteration A: synkírnēmi Transliteration B: synkirnēmi Transliteration C: sygkirnimi Beta Code: sugki/rnhmi

English (LSJ)

= συγκεράννυμι, Ath.2.38f:—Pass., Ti.Locr.96a, Iamb.</author

Greek (Liddell-Scott)

συγκίρνημι: συγκεράννυμι, Ἀθήν. 38F˙ ὡσαύτως συγκιρνάω Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ. ― Μέσ., Ἀθήν. 476A, Διογ. Λ. 7. 158. ― Παθητ. Τίμ. Λοκρ. 96A, Σχόλ. εἰς Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 159.

Greek Monolingual

Α
βλ. συγκεραννύω.