ὑποσευαντήρ: Difference between revisions
From LSJ
Λυποῦντα λύπει, καὶ φιλοῦνθ' ὑπερφίλει → Illata mala repende; amantem magis ama → Den kränke, der dich kränkt, und liebe den, der liebt
(6_15) |
(44) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποσευαντήρ''': ὁ, τοξοφόρον Φοῖβον, λοιμοῦ ὑποσευαντῆρα Ἐπιγρ. Καλλιπόλεως ἔμμετρ. Mitth. d. d. arch. Inst. VI. σ. 262-4. - Ὁ Karb ἐν Epigram. gr. 1034 ἀνέγνω: (ὑ)ποσ(ημ)αντῆρα, ὄχι τόσον [[καλῶς]], ὥς μοι φαίνεται. Συναγωγ. Λέξ. Ἀθαν. Κουμανούδη. | |lstext='''ὑποσευαντήρ''': ὁ, τοξοφόρον Φοῖβον, λοιμοῦ ὑποσευαντῆρα Ἐπιγρ. Καλλιπόλεως ἔμμετρ. Mitth. d. d. arch. Inst. VI. σ. 262-4. - Ὁ Karb ἐν Epigram. gr. 1034 ἀνέγνω: (ὑ)ποσ(ημ)αντῆρα, ὄχι τόσον [[καλῶς]], ὥς μοι φαίνεται. Συναγωγ. Λέξ. Ἀθαν. Κουμανούδη. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br />[[υποκινητής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[σεύω]] «[[διώχνω]], [[απομακρύνω]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τήρ</i>, [[κατά]] το [[λυμαντήρ]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:49, 29 September 2017
English (LSJ)
ῆρος, ὁ,
A driver-away, λοιμοῦ Ath.Mitt.38.64 (Callipolis).
Greek (Liddell-Scott)
ὑποσευαντήρ: ὁ, τοξοφόρον Φοῖβον, λοιμοῦ ὑποσευαντῆρα Ἐπιγρ. Καλλιπόλεως ἔμμετρ. Mitth. d. d. arch. Inst. VI. σ. 262-4. - Ὁ Karb ἐν Epigram. gr. 1034 ἀνέγνω: (ὑ)ποσ(ημ)αντῆρα, ὄχι τόσον καλῶς, ὥς μοι φαίνεται. Συναγωγ. Λέξ. Ἀθαν. Κουμανούδη.
Greek Monolingual
-ῆρος, ὁ, Α
υποκινητής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + σεύω «διώχνω, απομακρύνω» + κατάλ. -τήρ, κατά το λυμαντήρ.