έχθαρ: Difference between revisions

From LSJ

οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη → since he cannot make what was done as though it had not come to pass

Source
(15)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔχθαρ]], τὸ (Μ)<br />[[έχθος]], [[μίσος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μσν. μεταπλασμένος τ. του [[έχθος]] «[[μίσος]]» [[κατά]] τα ουδ. εις -<i>αρ</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>νέκτ</i>-<i>αρ</i>, <i>πί</i>-<i>αρ</i>)].
|mltxt=[[ἔχθαρ]], τὸ (Μ)<br />[[έχθος]], [[μίσος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μσν. μεταπλασμένος τ. του [[έχθος]] «[[μίσος]]» [[κατά]] τα ουδ. εις -<i>αρ</i> (πρβλ. <i>νέκτ</i>-<i>αρ</i>, <i>πί</i>-<i>αρ</i>)].
}}
}}

Revision as of 08:47, 23 December 2018

Greek Monolingual

ἔχθαρ, τὸ (Μ)
έχθος, μίσος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μσν. μεταπλασμένος τ. του έχθος «μίσος» κατά τα ουδ. εις -αρ (πρβλ. νέκτ-αρ, πί-αρ)].