ἄμμε: Difference between revisions

From LSJ

τὰ μέλλοντα τοῖς γεγενημένοις τεκμαίρεσθαι → determine the future on the basis of the past

Source
(3)
(2)
Line 10: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Μ ἀμμέ)<br /><b>βλ.</b> <i>αμέ</i>.
|mltxt=(Μ ἀμμέ)<br /><b>βλ.</b> <i>αμέ</i>.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἄμμε:''' Αιολ. αντί [[ἡμᾶς]], αιτ. πληθ. του [[ἐγώ]].
}}
}}

Revision as of 17:48, 30 December 2018

French (Bailly abrégé)

épq. c. ἡμᾶς, acc. de ἡμεῖς.

English (Autenrieth)

see ἡμεῖς.

Spanish (DGE)

v. ἐγώ.

Greek Monolingual

(Μ ἀμμέ)
βλ. αμέ.

Greek Monotonic

ἄμμε: Αιολ. αντί ἡμᾶς, αιτ. πληθ. του ἐγώ.