δαμιοργός: Difference between revisions
From LSJ
(6_6) |
(3) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δᾱμιοργός''': Δωρικ. ἀντὶ δημιουργός· δάμιος, Δωρικ. ἀντὶ [[δήμιος]]. | |lstext='''δᾱμιοργός''': Δωρικ. ἀντὶ δημιουργός· δάμιος, Δωρικ. ἀντὶ [[δήμιος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δᾱμιοργός:''' Δωρ. αντί [[δημιουργός]]· [[δάμιος]], Δωρ. αντί [[δήμιος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:52, 30 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
δᾱμιοργός: Δωρικ. ἀντὶ δημιουργός· δάμιος, Δωρικ. ἀντὶ δήμιος.
Greek Monotonic
δᾱμιοργός: Δωρ. αντί δημιουργός· δάμιος, Δωρ. αντί δήμιος.