ἰήλεμος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind

Menander, Monostichoi, 530
(17)
(5)
Line 10: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰήλεμος]], ὁ (Α)<br />ιων. τ. του [[ιάλεμος]].
|mltxt=[[ἰήλεμος]], ὁ (Α)<br />ιων. τ. του [[ιάλεμος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἰήλεμος:''' Ιων. αντί <i>ἰᾱλ-</i>.
}}
}}

Revision as of 23:36, 30 December 2018

German (Pape)

[Seite 1244] u. die abgeleiteten, ion. = ἰάλεμος u. s. w., w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

ἰήλεμος: ἰηλεμίζω, ἰηλεμίστρια, Ἰηλυσός, Ἰων. ἀντὶ ἰάλεμος, ἰαλεμίζω, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ion. c. ἰάλεμος.

Greek Monolingual

ἰήλεμος, ὁ (Α)
ιων. τ. του ιάλεμος.

Greek Monotonic

ἰήλεμος: Ιων. αντί ἰᾱλ-.