οἰνίδιον: Difference between revisions
From LSJ
Ξένος ὢν ἀπράγμων ἴσθι καὶ πράξεις καλῶς → Rerum abstine peregrinus et vives bene → Als Fremder sei friedliebend und es geht dir gut
(28) |
(3b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[οἰνίδιον]], τὸ (Α) (υποκορ. του [[οἶνος]]) μικρή [[ποσότητα]] κρασιού ή αδύνατο [[κρασί]]. | |mltxt=[[οἰνίδιον]], τὸ (Α) (υποκορ. του [[οἶνος]]) μικρή [[ποσότητα]] κρασιού ή αδύνατο [[κρασί]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''οἰνίδιον:''' (ῐδ) τό немножко вина Diog. L. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:04, 31 December 2018
English (LSJ)
τό, Dim. of οἶνος,
A small wine, poor wine, Apollod. ap. D.L. 10.11.
Greek (Liddell-Scott)
οἰνίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ οἶνος, οἰνάριον, Διογ. Λ. 10. 11.
Greek Monolingual
οἰνίδιον, τὸ (Α) (υποκορ. του οἶνος) μικρή ποσότητα κρασιού ή αδύνατο κρασί.
Russian (Dvoretsky)
οἰνίδιον: (ῐδ) τό немножко вина Diog. L.