γνάψις: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter
(8) |
(1b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[γνάψις]], η (Α) [[γνάπτω]]<br />[[κατεργασία]] και ύφανση μαλλιού, λιναριού κ.λπ. | |mltxt=[[γνάψις]], η (Α) [[γνάπτω]]<br />[[κατεργασία]] και ύφανση μαλλιού, λιναριού κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''γνάψις:''' v. l. = [[κνάψις]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:04, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ,
A dressing of cloth, Pl.Plt.282e, Sch.Ar.Pl.166.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 en el telar apresto de las hebras de la urdimbre πρὸς τὴν τῆς γνάψεως ὁλκήν Pl.Plt.282e, παρὰ τὴν τοῦ φάρους γνάψιν Sch.Ar.Pl.166, περὶ γνάψιν ἱματίων Plu.2.99d.
2 taller del batanero, SB 9834.b.3 (IV d.C.).
Greek Monolingual
γνάψις, η (Α) γνάπτω
κατεργασία και ύφανση μαλλιού, λιναριού κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
γνάψις: v. l. = κνάψις.