εἰσκαθοράω: Difference between revisions
From LSJ
τὸ δὲ μέλλον ἀκριβῶς οἶδεν οὐδεὶς θνατὸς ὅπᾳ φέρεται → but as for the future no mortal knows for certain where he is bound
(6_23) |
(2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εἰσκαθοράω''': καθορῶ τι ἐκ τῶν ἄνω, πόλιν ἐσκατορᾷς (Ἰων. [[τύπος]]), κατὰ διόρθ. Bgk. ἐν Ἀνακρ. 1. 6 ἀντὶ ἐνκατορᾷς. | |lstext='''εἰσκαθοράω''': καθορῶ τι ἐκ τῶν ἄνω, πόλιν ἐσκατορᾷς (Ἰων. [[τύπος]]), κατὰ διόρθ. Bgk. ἐν Ἀνακρ. 1. 6 ἀντὶ ἐνκατορᾷς. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εἰσκαθοράω:''' ион. [[ἐσκατοράω]] взирать, созерцать (πόλιν Anacr.). | |||
}} | }} |
Revision as of 19:28, 31 December 2018
English (LSJ)
A look down upon, πόλιν ἐσκατορᾷς (Ion. form), Bgk. for ἐγκ-, Anacr.1.6.
German (Pape)
[Seite 743] (s. ὁράω), hinab- u. hineinsehen, πόλιν Anacr. frg. 1, 5 nach Bergk.
Greek (Liddell-Scott)
εἰσκαθοράω: καθορῶ τι ἐκ τῶν ἄνω, πόλιν ἐσκατορᾷς (Ἰων. τύπος), κατὰ διόρθ. Bgk. ἐν Ἀνακρ. 1. 6 ἀντὶ ἐνκατορᾷς.
Russian (Dvoretsky)
εἰσκαθοράω: ион. ἐσκατοράω взирать, созерцать (πόλιν Anacr.).