εὐχρήστημα: Difference between revisions
From LSJ
Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
(15) |
(2b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[εὐχρήστημα]], τὸ (Α) [[ευχρηστώ]]<br />[[κέρδος]], [[ωφέλεια]] που λαμβάνεται από κάποιο [[πράγμα]]. | |mltxt=[[εὐχρήστημα]], τὸ (Α) [[ευχρηστώ]]<br />[[κέρδος]], [[ωφέλεια]] που λαμβάνεται από κάποιο [[πράγμα]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐχρήστημα:''' ατος τό польза, выгода Cic. | |||
}} | }} |