ακρόκλαδο: Difference between revisions

From LSJ

μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και ακροκλάδι, το<br />η [[άκρη]] του κλαδιού δέντρου ή θάμνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ακρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[κλαδί]].
|mltxt=και ακροκλάδι, το<br />η [[άκρη]] του κλαδιού δέντρου ή θάμνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ακρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[κλαδί]].
}}
}}

Latest revision as of 22:55, 29 December 2020

Greek Monolingual

και ακροκλάδι, το
η άκρη του κλαδιού δέντρου ή θάμνου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ακρο- (Ι) + κλαδί.