αλεποτρίχης: Difference between revisions

From LSJ

πῶς δ' οὐκ ἀρίστη; τίς δ' ἐναντιώσεται; τί χρὴ γενέσθαι τὴν ὑπερβεβλημένην γυναῖκα; (Euripides' Alcestis 152-54) → How is she not noblest? Who will deny it? What must a woman have become to surpass her?

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />αυτός που έχει [[τρίχωμα]] σαν της αλεπούς (στο [[χώμα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλεπού]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τρίχης</i> <span style="color: red;"><</span> [[τρίχα]].
|mltxt=ο<br />αυτός που έχει [[τρίχωμα]] σαν της αλεπούς (στο [[χώμα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλεπού]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τρίχης</i> <span style="color: red;"><</span> [[τρίχα]].
}}
}}

Latest revision as of 23:10, 29 December 2020

Greek Monolingual

ο
αυτός που έχει τρίχωμα σαν της αλεπούς (στο χώμα).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεπού + -τρίχης < τρίχα.