λοξόδρομος: Difference between revisions

From LSJ

Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last

Menander, Monostichoi, 395
(23)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br /> αυτός που έχει λοξή [[κατεύθυνση]].<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λοξός]] <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>μονό</i>-<i>δρομος</i>, <i>στενό</i>-<i>δρομος</i>].
|mltxt=-η, -ο<br /> αυτός που έχει λοξή [[κατεύθυνση]].<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λοξός]] <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] ([[πρβλ]]. <i>μονό</i>-<i>δρομος</i>, <i>στενό</i>-<i>δρομος</i>].
}}
}}

Revision as of 14:35, 23 August 2021

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει λοξή κατεύθυνση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λοξός + δρόμος (πρβλ. μονό-δρομος, στενό-δρομος].