ψυχρόμετρο: Difference between revisions

From LSJ

σιγή ποτ' ἐστὶν αἱρετωτέρα λόγου → sometimes silence is preferable to words (Menander)

Source
(47c)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν<br /><b>(μετεωρ.)</b> όργανο για τον προσδιορισμό της υγρομετρικής κατάστασης του ατμοσφαιρικού αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>psychrometre</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ψυχρός]] <span style="color: red;">+</span> [[μέτρο]]), η οποία μαρτυρείται από το 1891 στο περιοδικό [[Προμηθεύς]].
|mltxt=το, Ν<br /><b>(μετεωρ.)</b> όργανο για τον προσδιορισμό της υγρομετρικής κατάστασης του ατμοσφαιρικού αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. γαλλ. <i>psychrometre</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ψυχρός]] <span style="color: red;">+</span> [[μέτρο]]), η οποία μαρτυρείται από το 1891 στο περιοδικό [[Προμηθεύς]].
}}
}}

Latest revision as of 15:45, 23 August 2021

Greek Monolingual

το, Ν
(μετεωρ.) όργανο για τον προσδιορισμό της υγρομετρικής κατάστασης του ατμοσφαιρικού αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. psychrometre (< ψυχρός + μέτρο), η οποία μαρτυρείται από το 1891 στο περιοδικό Προμηθεύς.