ηλιώτης: Difference between revisions

From LSJ

οὐδὲν γάρ ἐστι κεκαλυμμένον ὃ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται → there is nothing hidden that will not be revealed, there is nothing concealed that will not be revealed, there is nothing covered that shall not be revealed, there is nothing covered that won't be uncovered

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἡλιώτης]], ὁ, θηλ. [[ἡλιῶτις]], ποιητ. τ. θηλ. [[ἠελιῶτις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει στον ήλιο («ἀκτῑν' ἐς ἡλιῶτιν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (αρσ. πληθ.) <i>οἱ ἡλιῶται</i><br />οι κάτοικοι του ήλιου<br /><b>3.</b> <b>θηλ.</b> ἡ [[ἡλιῶτις]]<br />ιωνική [[ονομασία]] της αυγής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ηλι</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ωτης</i> ([[πρβλ]]. <i>νησι</i>-<i>ώτης</i>, <i>πατρι</i>-<i>ώτης</i>).<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> [[απηλιώτης]]].
|mltxt=[[ἡλιώτης]], ὁ, θηλ. [[ἡλιῶτις]], ποιητ. τ. θηλ. [[ἠελιῶτις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει στον ήλιο («ἀκτῑν' ἐς ἡλιῶτιν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (αρσ. πληθ.) <i>οἱ ἡλιῶται</i><br />οι κάτοικοι του ήλιου<br /><b>3.</b> <b>θηλ.</b> ἡ [[ἡλιῶτις]]<br />ιωνική [[ονομασία]] της αυγής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ηλι</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ωτης</i> ([[πρβλ]]. [[νησιώτης]], [[πατριώτης]]).<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> [[απηλιώτης]]].
}}
}}

Revision as of 17:45, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἡλιώτης, ὁ, θηλ. ἡλιῶτις, ποιητ. τ. θηλ. ἠελιῶτις, ἡ (Α)
1. αυτός που ανήκει στον ήλιο («ἀκτῑν' ἐς ἡλιῶτιν», Σοφ.)
2. (αρσ. πληθ.) οἱ ἡλιῶται
οι κάτοικοι του ήλιου
3. θηλ.ἡλιῶτις
ιωνική ονομασία της αυγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλι(ο)- + κατάλ. -ωτης (πρβλ. νησιώτης, πατριώτης).
ΣΥΝΘ. απηλιώτης].