καρυόσχοινο: Difference between revisions

From LSJ

Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat

Menander, Monostichoi, 112
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br /><b>ναυτ.</b> [[είδος]] ελαφρού, ακαταβύθιστου σχοινιού κατασκευασμένου από ίνες κοκκοφοίνικα, το οποίο χρησιμοποιείται [[κυρίως]] ως πρυμνήσιο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάρυον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σχοινο</i>(<i>ν</i>) (<span style="color: red;"><</span> [[σχοινί]]), [[πρβλ]]. <i>καραβό</i>-<i>σχοινο</i>, <i>συρματό</i>-<i>σχοινο</i>].
|mltxt=το<br /><b>ναυτ.</b> [[είδος]] ελαφρού, ακαταβύθιστου σχοινιού κατασκευασμένου από ίνες κοκκοφοίνικα, το οποίο χρησιμοποιείται [[κυρίως]] ως πρυμνήσιο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάρυον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σχοινο</i>(<i>ν</i>) (<span style="color: red;"><</span> [[σχοινί]]), [[πρβλ]]. [[καραβόσχοινο]], [[συρματόσχοινο]]].
}}
}}

Latest revision as of 18:25, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
ναυτ. είδος ελαφρού, ακαταβύθιστου σχοινιού κατασκευασμένου από ίνες κοκκοφοίνικα, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως ως πρυμνήσιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάρυον + -σχοινο(ν) (< σχοινί), πρβλ. καραβόσχοινο, συρματόσχοινο].