ιοβάπτης: Difference between revisions

From LSJ

Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst

Menander, Monostichoi, 186
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "$3$5.")
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰοβάπτης]], ὁ (Α)<br />βαφέας που χρησιμοποιούσε στη [[βαφή]] [[χρώμα]] ίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴον</i> <span style="color: red;">+</span> -[[βάπτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βάπτω]]), [[τριχοβάπτης]].
|mltxt=[[ἰοβάπτης]], ὁ (Α)<br />βαφέας που χρησιμοποιούσε στη [[βαφή]] [[χρώμα]] ίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴον</i> <span style="color: red;">+</span> -[[βάπτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βάπτω]]), [[πρβλ]]. [[τριχοβάπτης]].
}}
}}

Latest revision as of 09:41, 25 August 2021

Greek Monolingual

ἰοβάπτης, ὁ (Α)
βαφέας που χρησιμοποιούσε στη βαφή χρώμα ίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴον + -βάπτης (< βάπτω), πρβλ. τριχοβάπτης.