γαλλικός: Difference between revisions

From LSJ

ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)

Source
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - "perh." to "perhaps")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=gallikos
|Transliteration C=gallikos
|Beta Code=galliko/s
|Beta Code=galliko/s
|Definition=ή, όν, perh. <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[gelded]], POxy.1836 (v/vi A. D.).</span>
|Definition=ή, όν, perhaps <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[gelded]], POxy.1836 (v/vi A. D.).</span>
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Γαλλία<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Γαλλική</i> (και το ουδ. πληθ.) <i>τα Γαλλικά</i> <b>ως ουσ.</b><br />η γαλλική [[γλώσσα]].
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Γαλλία<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Γαλλική</i> (και το ουδ. πληθ.) <i>τα Γαλλικά</i> <b>ως ουσ.</b><br />η γαλλική [[γλώσσα]].
}}
}}

Revision as of 13:40, 14 September 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γαλλικός Medium diacritics: γαλλικός Low diacritics: γαλλικός Capitals: ΓΑΛΛΙΚΟΣ
Transliteration A: gallikós Transliteration B: gallikos Transliteration C: gallikos Beta Code: galliko/s

English (LSJ)

ή, όν, perhaps A gelded, POxy.1836 (v/vi A. D.).

Greek Monolingual

-ή, -ό
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Γαλλία
2. το θηλ. Γαλλική (και το ουδ. πληθ.) τα Γαλλικά ως ουσ.
η γαλλική γλώσσα.