διπλασιεπιδίμοιρος: Difference between revisions

From LSJ

Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand

Menander, Monostichoi, 543
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " 1/6 " to " ⅙ ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διπλασιεπιδίμοιρος''': -ον, καὶ επιδιμερής, ές, κατὰ 2 2/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιδίτριτος, ον, κατὰ 2 2/3 μεγαλείτερος· - διπλασιεπίεκτος, ον, κατὰ 2 1/6 μεγαλείτερος· - διπλασιεπίπεμπτος, ον, κατὰ 2 1/5 μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτέταρτος, ον, κατὰ 2 1/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτετραμερής, ές, καὶ διπλασιεπιτετράπεμπτος, ον, κατὰ 2 4/5 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτριμερής, ές, κατὰ 2 3/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπίτριτος, ον, κατὰ 2 1/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεφήμισυς, υ, κατὰ 2 1/2 φορὰς μεγαλείτερος· - ἅπαντα [[ταῦτα]] ἐν Ἀρχ. Μουσικ.
|lstext='''διπλασιεπιδίμοιρος''': -ον, καὶ επιδιμερής, ές, κατὰ 2 2/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιδίτριτος, ον, κατὰ 2 2/3 μεγαλείτερος· - διπλασιεπίεκτος, ον, κατὰ 2 ⅙  μεγαλείτερος· - διπλασιεπίπεμπτος, ον, κατὰ 2 1/5 μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτέταρτος, ον, κατὰ 2 1/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτετραμερής, ές, καὶ διπλασιεπιτετράπεμπτος, ον, κατὰ 2 4/5 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτριμερής, ές, κατὰ 2 3/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπίτριτος, ον, κατὰ 2 1/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεφήμισυς, υ, κατὰ 2 1/2 φορὰς μεγαλείτερος· - ἅπαντα [[ταῦτα]] ἐν Ἀρχ. Μουσικ.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de proporción 2 2/3]] δ. (λόγος), ὃν ἔχει ὁ κδ πρὸς τὸν θ Gaud.<i>Harm</i>.10.
|dgtxt=-ον<br />[[de proporción 2 2/3]] δ. (λόγος), ὃν ἔχει ὁ κδ πρὸς τὸν θ Gaud.<i>Harm</i>.10.
}}
}}

Revision as of 09:53, 23 November 2021

English (LSJ)

[δῐμ], ον, Gaud.Harm. 10, and διπλᾰσι-επιδῐμερής, ές, Nicom.Ar.1.23, 2 2/3 A times as great:

Greek (Liddell-Scott)

διπλασιεπιδίμοιρος: -ον, καὶ επιδιμερής, ές, κατὰ 2 2/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιδίτριτος, ον, κατὰ 2 2/3 μεγαλείτερος· - διπλασιεπίεκτος, ον, κατὰ 2 ⅙ μεγαλείτερος· - διπλασιεπίπεμπτος, ον, κατὰ 2 1/5 μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτέταρτος, ον, κατὰ 2 1/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτετραμερής, ές, καὶ διπλασιεπιτετράπεμπτος, ον, κατὰ 2 4/5 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπιτριμερής, ές, κατὰ 2 3/4 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεπίτριτος, ον, κατὰ 2 1/3 φορὰς μεγαλείτερος· - διπλασιεφήμισυς, υ, κατὰ 2 1/2 φορὰς μεγαλείτερος· - ἅπαντα ταῦτα ἐν Ἀρχ. Μουσικ.

Spanish (DGE)

-ον
de proporción 2 2/3 δ. (λόγος), ὃν ἔχει ὁ κδ πρὸς τὸν θ Gaud.Harm.10.