la escultura: Difference between revisions
From LSJ
ἀλεξίκακε τρισέληνε, μηδέποθ' ἡττηθείς, σήμερον ἐξετάθης → averter of woes, offspring of three nights, thou, who never didst suffer defeat, art to-day laid low
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀγαλματουργία]], [[ἀγαλματοποιική]], [[ἀγαλματοποιϊκή]], [[ἀγαλματοποιητική]], [[γλυπτική]] | |sltx=[[ἀγαλματουργία]], [[ἀγαλματοποιική]], [[ἀγαλματοποιϊκή]], [[ἀγαλματοποιητική]], [[ἀγαλματοποιία]], [[ἀγαλματοποιΐα]], [[ἀνδριαντουργία]], [[ἀνδριαντοποιΐα]], [[γλυφή]], [[γλυπτική]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:58, 7 June 2022
Spanish > Greek
ἀγαλματουργία, ἀγαλματοποιική, ἀγαλματοποιϊκή, ἀγαλματοποιητική, ἀγαλματοποιία, ἀγαλματοποιΐα, ἀνδριαντουργία, ἀνδριαντοποιΐα, γλυφή, γλυπτική