πρωτόκοσμος: Difference between revisions
From LSJ
Δαίμων ἐμαυτῷ γέγονα γήμας πλουσίαν → Malus sum mihimet ipse Genius, ducta divite → Ich stürzt' mich selbst ins Unglück durch die reiche Frau
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=protokosmos | |Transliteration C=protokosmos | ||
|Beta Code=prwto/kosmos | |Beta Code=prwto/kosmos | ||
|Definition=ὁ, in Crete, | |Definition=ὁ, in Crete, [[president of]] [[κόσμοι]], <span class="title">SIG</span>524.3 (iii B.C.), <span class="title">Historia</span> 5.226, etc. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 16:50, 23 August 2022
English (LSJ)
ὁ, in Crete, president of κόσμοι, SIG524.3 (iii B.C.), Historia 5.226, etc.
German (Pape)
[Seite 805] ὁ, der erste Ordner, eine Obrigkeit in Kreta, Inscr.
Greek (Liddell-Scott)
πρωτόκοσμος: ὁ, ὁ πρῶτος κόσμος, ἄρχων τις ἐν Κρήτῃ, ἴδε κόσμος ΙΙΙ.
Greek Monolingual
ὁ, Α
(στην Κρήτη) ο πρόεδρος του συλλόγου τών κόσμων, δηλαδή τών δέκα ανώτατων ενιαύσιων αρχόντων τών δωρικών πολιτευμάτων, αντίστοιχος προς τον επώνυμο άρχοντα τών Αθηνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + κόσμος «οι δέκα ανώτατοι άρχοντες τών δωρικών πολιτευμάτων στην Κρήτη»].