ἀρτίθηρος: Difference between revisions

From LSJ

Σιγή ποτ' ἐστὶν αἱρετωτέρα λόγου → Sometimes silence is preferable to words → Est ubi loquelā melius est silentium → Das Schweigen ist dem Reden manchmal vorzuziehn

Menander, Monostichoi, 477
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)rti/qhros
|Beta Code=a)rti/qhros
|Definition=ον, [[newly caught]], Damocr. ap. Gal.14.93.
|Definition=ον, [[newly caught]], Damocr. ap. Gal.14.93.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[recién capturado]] ἔχιδναι Damocr. en Gal.14.93.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρτίθηρος''': -ον, ὁ ἄρτι θηρευθείς, συλληφθείς, ἀρτιθήρους ἐχίδνας Δημόκρ. παρὰ Γαλην. π. Ἀντιδ. 1. 15, σ. 893C.
|lstext='''ἀρτίθηρος''': -ον, ὁ ἄρτι θηρευθείς, συλληφθείς, ἀρτιθήρους ἐχίδνας Δημόκρ. παρὰ Γαλην. π. Ἀντιδ. 1. 15, σ. 893C.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[recién capturado]] ἔχιδναι Damocr. en Gal.14.93.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρτίθηρος]], -ον (Α)<br />αυτός που θηρεύθηκε ή [[απλώς]] πιάστηκε [[πριν]] λίγο.
|mltxt=[[ἀρτίθηρος]], -ον (Α)<br />αυτός που θηρεύθηκε ή [[απλώς]] πιάστηκε [[πριν]] λίγο.
}}
}}

Revision as of 14:05, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτίθηρος Medium diacritics: ἀρτίθηρος Low diacritics: αρτίθηρος Capitals: ΑΡΤΙΘΗΡΟΣ
Transliteration A: artíthēros Transliteration B: artithēros Transliteration C: artithiros Beta Code: a)rti/qhros

English (LSJ)

ον, newly caught, Damocr. ap. Gal.14.93.

Spanish (DGE)

-ον recién capturado ἔχιδναι Damocr. en Gal.14.93.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτίθηρος: -ον, ὁ ἄρτι θηρευθείς, συλληφθείς, ἀρτιθήρους ἐχίδνας Δημόκρ. παρὰ Γαλην. π. Ἀντιδ. 1. 15, σ. 893C.

Greek Monolingual

ἀρτίθηρος, -ον (Α)
αυτός που θηρεύθηκε ή απλώς πιάστηκε πριν λίγο.