μυητής: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558
(26)
m (pape replacement)
 
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μυητής]], ὁ (Μ) [[μυώ]]<br />αυτός που μυεί κάποιον σε μυστική [[τελετή]] ή [[εταιρεία]], ο [[μύστης]], ο [[μυσταγωγός]].
|mltxt=[[μυητής]], ὁ (Μ) [[μυώ]]<br />αυτός που μυεί κάποιον σε μυστική [[τελετή]] ή [[εταιρεία]], ο [[μύστης]], ο [[μυσταγωγός]].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, <i>der [[Einweihende]]</i>, Sp.
}}
}}

Latest revision as of 16:36, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

μυητής: ὁ, ὁ μυῶν, μύστης, μυσταγωγός, Θ. Πρόδρ. ἐν Notitt. Mss. τ. 6, σ. 531.

Greek Monolingual

μυητής, ὁ (Μ) μυώ
αυτός που μυεί κάποιον σε μυστική τελετή ή εταιρεία, ο μύστης, ο μυσταγωγός.

German (Pape)

ὁ, der Einweihende, Sp.