μπουρλοτιέρης: Difference between revisions

From LSJ

Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...

Source
(26)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> $2$4, $7$9)]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br /><b>1.</b> αυτός που διευθύνει [[μπουρλότο]], ο [[πυρπολητής]]<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[εμπρηστής]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[άνθρωπος]] [[ριψοκίνδυνος]], που διακινδυνεύει τα [[πάντα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μπουρλότο]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιέρης</i> <span style="color: red;"><</span> ιταλ. κατάλ. -<i>iere</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κανον</i>-<i>ιέρης</i>, <i>τιμον</i>-<i>ιέρης</i>)].
|mltxt=ο<br /><b>1.</b> αυτός που διευθύνει [[μπουρλότο]], ο [[πυρπολητής]]<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[εμπρηστής]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[άνθρωπος]] [[ριψοκίνδυνος]], που διακινδυνεύει τα [[πάντα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μπουρλότο]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιέρης</i> <span style="color: red;"><</span> ιταλ. κατάλ. -<i>iere</i> (<b>πρβλ.</b> [[κανονιέρης]], [[τιμονιέρης]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:15, 8 May 2023

Greek Monolingual

ο
1. αυτός που διευθύνει μπουρλότο, ο πυρπολητής
2. (κατ' επέκτ.) εμπρηστής
3. μτφ. άνθρωπος ριψοκίνδυνος, που διακινδυνεύει τα πάντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μπουρλότο + κατάλ. -ιέρης < ιταλ. κατάλ. -iere (πρβλ. κανονιέρης, τιμονιέρης)].