Καλλιστώ: Difference between revisions

From LSJ

Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein

Menander, Monostichoi, 494
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Καλλιστώ:''' οῦς ἡ Каллисто (дочь Ликаона, аркадская нимфа, возлюбленная Зевса, превращенная в медведицу и убитая Артемидой) Hes., Eur.
|elrutext='''Καλλιστώ:''' οῦς ἡ [[Каллисто]] (дочь Ликаона, аркадская нимфа, возлюбленная Зевса, превращенная в медведицу и убитая Артемидой) Hes., Eur.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 08:29, 11 May 2023

French (Bailly abrégé)

οῦς (ἡ) :
Callistô, fille de Lycaon, changée en ourse par Héra.
Étymologie: κάλλιστος.

Russian (Dvoretsky)

Καλλιστώ: οῦς ἡ Каллисто (дочь Ликаона, аркадская нимфа, возлюбленная Зевса, превращенная в медведицу и убитая Артемидой) Hes., Eur.

Greek (Liddell-Scott)

Καλλιστώ: -οῦς, ἡ, θυγάτηρ τοῦ Λυκάονος, Εὐρ. Ἑλ. 375 (ἐν τῇ κλητ. Καλλιστοῖ), μεταβληθεῖσα εἰς ἄρκτον, Παυσ. 1. 25, 1, κτλ.· καὶ σχετιζομένη πρὸς τὸ ἀστερισμὸν τῆς Ἄρκτου, Ἡσ. παρ’ Ὑγίνῳ ἐν Ποιητ. Ἀστρ. 2. 1, Οὐεργίλ. Γεωργ. 1. 138, κτλ.· εὕρηται ἀείποτε ἐν σχέσει μετὰ τῆς Ἀρτέμιδος, καὶ ὁ τάφος αὐτῆς ἦτο παρὰ τὸν ναὸν τῆς Ἀρτέμιδος Καλλίστης, Παυσ. 8. 35, 8· πρβλ. καλὸς Ι. 2, καὶ ἴδε Müller Proleg. Mythol. σ. 75· ὁ Αἰσχύλ. ἔγραψε δρᾶμα καλούμενον Καλλιστώ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «Καλλιστώ· γυναικεία θεὸς ἐρωτική, διὰ τὸ κάλλος κληθεῖσα οὕτω».

Greek Monotonic

Καλλιστώ: -οῦς, ἡ, η πιο όμορφη κόρη του Λυκάονα, σε Ευρ., στην κλητ. Καλλιστοῖ.

Middle Liddell


most-beautiful, daughter of Lycaon, Eur. [in voc. Καλλιστοῖ.]