μεσουρανίς: Difference between revisions

From LSJ

πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>επίρρ.</b> στο [[μέσον]] του ουρανού, [[μεσούρανα]] («[[μεσουρανίς]] η ολόφεγγη η Σελήνη / λαμποκοπά κι αστράφτει [[πέρα]] ώς [[πέρα]]», Γρυπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεσούρανα]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ίς</i> ([[πρβλ]]. <i>αποβραδ</i>-<i>ίς</i>).].
|mltxt=<b>επίρρ.</b> στο [[μέσον]] του ουρανού, [[μεσούρανα]] («[[μεσουρανίς]] η ολόφεγγη η Σελήνη / λαμποκοπά κι αστράφτει [[πέρα]] ώς [[πέρα]]», Γρυπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεσούρανα]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ίς</i> ([[πρβλ]]. [[αποβραδίς]]).].
}}
}}

Latest revision as of 07:05, 13 May 2023

Greek Monolingual

επίρρ. στο μέσον του ουρανού, μεσούραναμεσουρανίς η ολόφεγγη η Σελήνη / λαμποκοπά κι αστράφτει πέρα ώς πέρα», Γρυπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσούρανα + επιρρμ. κατάλ. -ίς (πρβλ. αποβραδίς).].