μολυβδάνθρωπος: Difference between revisions

From LSJ

οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω → thou shalt not take the name of the Lord thy God in vain

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=molyvdanthropos
|Transliteration C=molyvdanthropos
|Beta Code=molubda/nqrwpos
|Beta Code=molubda/nqrwpos
|Definition=ὁ, '[[lead-man]]', symbol in Alchemy, Zos. Alch.<span class="bibl">p.117B.</span>; cf. [[ἀργυράνθρωπος]].
|Definition=ὁ, '[[lead-man]]', symbol in Alchemy, Zos. Alch.p.117B.; cf. [[ἀργυράνθρωπος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μολυβδάνθρωπος]], ὁ (Α)<br />(ως ονομ. συμβόλου στην [[αλχημεία]]) [[άνθρωπος]] από μόλυβδο.
|mltxt=[[μολυβδάνθρωπος]], ὁ (Α)<br />(ως ονομ. συμβόλου στην [[αλχημεία]]) [[άνθρωπος]] από μόλυβδο.
}}
}}

Latest revision as of 11:39, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μολυβδάνθρωπος Medium diacritics: μολυβδάνθρωπος Low diacritics: μολυβδάνθρωπος Capitals: ΜΟΛΥΒΔΑΝΘΡΩΠΟΣ
Transliteration A: molybdánthrōpos Transliteration B: molybdanthrōpos Transliteration C: molyvdanthropos Beta Code: molubda/nqrwpos

English (LSJ)

ὁ, 'lead-man', symbol in Alchemy, Zos. Alch.p.117B.; cf. ἀργυράνθρωπος.

Greek Monolingual

μολυβδάνθρωπος, ὁ (Α)
(ως ονομ. συμβόλου στην αλχημεία) άνθρωπος από μόλυβδο.