τρικλήματος: Difference between revisions

From LSJ

ὁ ὑπεράπειρον ἔχων τῆς ἀγαθότητος τὸ ἀνεξιχνίαστον πέλαγος → who possesses an infinite and inscrutable sea of goodness

Source
(42)
mNo edit summary
 
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[τρία]] κλήματα ή [[τρεις]] κλάδους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κλῆμα]], -<i>ατος</i> «[[αμπέλι]]»].
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[τρία]] κλήματα ή [[τρεις]] κλάδους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κλῆμα]], -<i>ατος</i> «[[αμπέλι]]»].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de tres sarmientos]] de Jesucristo crucificado comparado c. una vid, Ath.Al.M.28.488A.
}}
}}

Latest revision as of 13:49, 18 November 2024

Greek (Liddell-Scott)

τρικλήματος: -ον, ὁ ἔχων τρία κλήματα ἢ τρεῖς κλάδους, «ὅσπερ δικλήματος ἢ τρικλήματος ἐκπετάσας κατὰ μὲν τοῦ πλαγίου τὰς χεῖρας, κατὰ δὲ τοῦ ὀρθοῦ κεφαλὴν» Ἀθαν. τ. 2, σ. 224C.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει τρία κλήματα ή τρεις κλάδους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + κλῆμα, -ατος «αμπέλι»].

Spanish (DGE)

-ον
de tres sarmientos de Jesucristo crucificado comparado c. una vid, Ath.Al.M.28.488A.