κατασημαίνω: Difference between revisions

From LSJ

φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits

Source
(13_3)
 
(6_13b)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1377.png Seite 1377]] bezeichnen, besiegeln, versiegeln; ἐπισκήψεις κατασεσημασμένας ὑπ' ἀμφοῖν Plat. Legg. XI, 937 b. – Häufiger im med.; Plat. Men. 89 b; κατέκλεισεν αὐτὰ καὶ κατεσημήνατο Xen. Hell.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1377.png Seite 1377]] bezeichnen, besiegeln, versiegeln; ἐπισκήψεις κατασεσημασμένας ὑπ' ἀμφοῖν Plat. Legg. XI, 937 b. – Häufiger im med.; Plat. Men. 89 b; κατέκλεισεν αὐτὰ καὶ κατεσημήνατο Xen. Hell.
}}
{{ls
|lstext='''κατασημαίνω''': μέλλ. -ᾰνῶ, ἐπιθέτω [[καλῶς]] ἐπί τινος [[καλῶς]] τὸ [[σῆμα]], [[σημεῖον]], σφραγῖδα, [[σφραγίζω]], γράψαντας καὶ κατασημηναμένους δοῦναι τὴν ἐπιστολὴν Ξεν. Κύρ. 8. 2, 16· κατέκλεισεν αὐτὰ καὶ κατεσημήνατο καὶ φύλακας κατέστησεν Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 27, Λατ. obsigno· ὄφεις… ἐν κίστῃ που κατασήμηναι (μέσ.), σφράγισον, κλεῖσε, Ἀριστ. Ἀποσπ. 95· κατασημήνασθαι… [[χρυσίον]] Πλάτ. Μένων 89Β· καὶ παθ. κατασεσημασμένα γράμματα Ἡρῳδιαν. 7. 6, 11. ΙΙ. σημειώνω [[προσηκόντως]], Λατ. consigno, [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 756C.― Παθ., τὰ κατασημανθέντα ὀνόματα [[αὐτόθι]] 756Α· τὰς ἐπισκήψεις… φυλάττειν κατασεσημασμένας [[αὐτόθι]] 937Β. ΙΙΙ. [[σημαίνω]], δεικνύω, ἡ τρυγὼν τὴν σωφροσύνην κατασημαίνει Νείλου Ἐπιστ. σ. 261.
}}
}}

Revision as of 09:53, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 1377] bezeichnen, besiegeln, versiegeln; ἐπισκήψεις κατασεσημασμένας ὑπ' ἀμφοῖν Plat. Legg. XI, 937 b. – Häufiger im med.; Plat. Men. 89 b; κατέκλεισεν αὐτὰ καὶ κατεσημήνατο Xen. Hell.

Greek (Liddell-Scott)

κατασημαίνω: μέλλ. -ᾰνῶ, ἐπιθέτω καλῶς ἐπί τινος καλῶς τὸ σῆμα, σημεῖον, σφραγῖδα, σφραγίζω, γράψαντας καὶ κατασημηναμένους δοῦναι τὴν ἐπιστολὴν Ξεν. Κύρ. 8. 2, 16· κατέκλεισεν αὐτὰ καὶ κατεσημήνατο καὶ φύλακας κατέστησεν Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 27, Λατ. obsigno· ὄφεις… ἐν κίστῃ που κατασήμηναι (μέσ.), σφράγισον, κλεῖσε, Ἀριστ. Ἀποσπ. 95· κατασημήνασθαι… χρυσίον Πλάτ. Μένων 89Β· καὶ παθ. κατασεσημασμένα γράμματα Ἡρῳδιαν. 7. 6, 11. ΙΙ. σημειώνω προσηκόντως, Λατ. consigno, ὡσαύτως ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 756C.― Παθ., τὰ κατασημανθέντα ὀνόματα αὐτόθι 756Α· τὰς ἐπισκήψεις… φυλάττειν κατασεσημασμένας αὐτόθι 937Β. ΙΙΙ. σημαίνω, δεικνύω, ἡ τρυγὼν τὴν σωφροσύνην κατασημαίνει Νείλου Ἐπιστ. σ. 261.