θερισμός: Difference between revisions
From LSJ
ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα (Odyssey VII.310 / XV.71) → all things are better in moderation
(c1) |
(6_14) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1201.png Seite 1201]] ὁ, dasselbe, B. A. 99; Pol. 5, 95, 5 u. Sp. Attisch ist ἀμητός. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1201.png Seite 1201]] ὁ, dasselbe, B. A. 99; Pol. 5, 95, 5 u. Sp. Attisch ist ἀμητός. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''θερισμός''': ὁ, = [[θέρισις]], Εὔπολις ἐν «Μαρικᾷ» 11, Πολύβ. 5. 95, 5. ΙΙ. ὁ καιρὸς καθ’ ὃν θερίζουσι, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 30, κ. ἀλλ. 2) ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ [[σῖτος]] ὃν μέλλει νὰ θερίσῃ τις, ὁ μὲν θερισμὸς [[πολύς]], οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι [[αὐτόθι]] Θ΄ 37. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:35, 5 August 2017
English (LSJ)
ὁ,
A mowing, reaping, X.Oec.18.3, PHib.1.90.5 (iii B.C.), PFlor.101.4 (i A.D.). II reaping-time, harvest, Eup.202, Plb.5.95.5, Ev.Matt.13.30, al. 2 harvest, crop, LXXLe.19.9, Ev.Matt. 9.37.
German (Pape)
[Seite 1201] ὁ, dasselbe, B. A. 99; Pol. 5, 95, 5 u. Sp. Attisch ist ἀμητός.
Greek (Liddell-Scott)
θερισμός: ὁ, = θέρισις, Εὔπολις ἐν «Μαρικᾷ» 11, Πολύβ. 5. 95, 5. ΙΙ. ὁ καιρὸς καθ’ ὃν θερίζουσι, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 30, κ. ἀλλ. 2) ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ σῖτος ὃν μέλλει νὰ θερίσῃ τις, ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι αὐτόθι Θ΄ 37.