ἐκθαρρέω: Difference between revisions

From LSJ

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκθαρρέω''': ἐπιτεταμμένον ἀντὶ τοῦ θαρρέω, ἔχω πλήρη πεποίθησιν, [[μετὰ]] δοτ., ἐκτεθαρρηκὼς τοῖς πράγμασι Πλουτ. Ρωμ. 26 παραθαρρύνομαι ὑπό τινος, ὁ αὐτ. Γάλβ. 7.
|lstext='''ἐκθαρρέω''': ἐπιτεταμμένον ἀντὶ τοῦ θαρρέω, ἔχω πλήρη πεποίθησιν, [[μετὰ]] δοτ., ἐκτεθαρρηκὼς τοῖς πράγμασι Πλουτ. Ρωμ. 26 παραθαρρύνομαι ὑπό τινος, ὁ αὐτ. Γάλβ. 7.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />avoir pleine confiance.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[θαρρέω]].
}}
}}

Revision as of 19:24, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκθαρρέω Medium diacritics: ἐκθαρρέω Low diacritics: εκθαρρέω Capitals: ΕΚΘΑΡΡΕΩ
Transliteration A: ektharréō Transliteration B: ektharreō Transliteration C: ektharreo Beta Code: e)kqarre/w

English (LSJ)

strengthd. for θαρρέω,

   A have full confidence, ἐκτεθαρρηκὼς τοῖς πράγμασι Plu.Rom.26 ; to be encouraged, ὑπό τινος Id.Galb. 7.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκθαρρέω: ἐπιτεταμμένον ἀντὶ τοῦ θαρρέω, ἔχω πλήρη πεποίθησιν, μετὰ δοτ., ἐκτεθαρρηκὼς τοῖς πράγμασι Πλουτ. Ρωμ. 26 παραθαρρύνομαι ὑπό τινος, ὁ αὐτ. Γάλβ. 7.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
avoir pleine confiance.
Étymologie: ἐκ, θαρρέω.