οἰωνιστήριον: Difference between revisions

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
(6_21)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἰωνιστήριον''': τό, [[τόπος]] ἐξ οὗ παρετήρουν τὴν πτῆσιν πτηνῶν καὶ ἐμαντεύοντο, Λατ. templum augurale, Διον Ἁλ. 1.86. ΙΙ. οἰωνὸς ἢ [[σημεῖον]], Ξεν. Ἀπολ. 12.
|lstext='''οἰωνιστήριον''': τό, [[τόπος]] ἐξ οὗ παρετήρουν τὴν πτῆσιν πτηνῶν καὶ ἐμαντεύοντο, Λατ. templum augurale, Διον Ἁλ. 1.86. ΙΙ. οἰωνὸς ἢ [[σημεῖον]], Ξεν. Ἀπολ. 12.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />augure tiré du vol des oiseaux, présage.<br />'''Étymologie:''' [[οἰωνίζομαι]].
}}
}}

Revision as of 20:04, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰωνιστήριον Medium diacritics: οἰωνιστήριον Low diacritics: οιωνιστήριον Capitals: ΟΙΩΝΙΣΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: oiōnistḗrion Transliteration B: oiōnistērion Transliteration C: oionistirion Beta Code: oi)wnisth/rion

English (LSJ)

τό,

   A place for watching the flight of birds, D.H. 1.86.    II omen or token, X.Ap.12.

Greek (Liddell-Scott)

οἰωνιστήριον: τό, τόπος ἐξ οὗ παρετήρουν τὴν πτῆσιν πτηνῶν καὶ ἐμαντεύοντο, Λατ. templum augurale, Διον Ἁλ. 1.86. ΙΙ. οἰωνὸς ἢ σημεῖον, Ξεν. Ἀπολ. 12.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
augure tiré du vol des oiseaux, présage.
Étymologie: οἰωνίζομαι.