διφρηλασία: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ κοινὸς ἀρσένων ἴτω κλαγγά → and let the shouts of males rise jointly

Source
(21)
(21)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διφρηλᾰσία''': ἡ, τὸ ὁδηγεῖν δίφρον, Πίνδ. Ο. 3. 67.
|lstext='''διφρηλᾰσία''': ἡ, τὸ ὁδηγεῖν δίφρον, Πίνδ. Ο. 3. 67.
}}
{{Slater
|sltr=<b>διφρηλᾰσία</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[chariot]] [[driving]] ἀγῶνα νέμειν [[ἀνδρῶν]] τ' ἀρετᾶς [[πέρι]] καὶ ῥιμφαρμάτου διφρηλασίας (O. 3.38)
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>διφρηλᾰσία</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[chariot]] [[driving]] ἀγῶνα νέμειν [[ἀνδρῶν]] τ' ἀρετᾶς [[πέρι]] καὶ ῥιμφαρμάτου διφρηλασίας (O. 3.38)
|sltr=<b>διφρηλᾰσία</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[chariot]] [[driving]] ἀγῶνα νέμειν [[ἀνδρῶν]] τ' ἀρετᾶς [[πέρι]] καὶ ῥιμφαρμάτου διφρηλασίας (O. 3.38)
}}
}}

Revision as of 14:01, 17 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διφρηλᾰσία Medium diacritics: διφρηλασία Low diacritics: διφρηλασία Capitals: ΔΙΦΡΗΛΑΣΙΑ
Transliteration A: diphrēlasía Transliteration B: diphrēlasia Transliteration C: difrilasia Beta Code: difrhlasi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A chariotdriving, Pi. O.3.38.

German (Pape)

[Seite 645] ἡ, das Fahren, Pind. Ol. 3, 40.

Greek (Liddell-Scott)

διφρηλᾰσία: ἡ, τὸ ὁδηγεῖν δίφρον, Πίνδ. Ο. 3. 67.

English (Slater)

διφρηλᾰσία
   1 chariot driving ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ ῥιμφαρμάτου διφρηλασίας (O. 3.38)

English (Slater)

διφρηλᾰσία
   1 chariot driving ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ ῥιμφαρμάτου διφρηλασίας (O. 3.38)