ἄτρητος: Difference between revisions

From LSJ

τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars

Source
(13_4)
(big3_7)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0389.png Seite 389]] 1) nicht durchbohrt, ohne Oeffnung, Plat. Polit. 279 e. Bei Medic. = deren Zeugungstheile od. After verwachsen; vgl. [[τιτράω]]. – 2) Bei Arist. H. A. 1, 1, 12 stehen ζῷα ἄτρητα den τρηματώδη entgegen, die nicht in Höhlen leben.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0389.png Seite 389]] 1) nicht durchbohrt, ohne Oeffnung, Plat. Polit. 279 e. Bei Medic. = deren Zeugungstheile od. After verwachsen; vgl. [[τιτράω]]. – 2) Bei Arist. H. A. 1, 1, 12 stehen ζῷα ἄτρητα den τρηματώδη entgegen, die nicht in Höhlen leben.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no perforado]] τῶν ἀτρήτων (περικαλυμμάτων) τὰ μὲν νεύρινα φυτῶν ἐκ γῆς, τὰ δὲ τρίχινα Pl.<i>Plt</i>.279e, τὸ ὀδόντων γένος, ὀστοῦν τῇ μὲν ἄτρητον, τῇ δὲ τρητόν Arist.<i>HA</i> 516<sup>a</sup>26, ζιγγίβερι ἄ. Gal.14.292, cf. 13.302<br /><b class="num">•</b>anat., de pers. c. ref. a los órganos sexuales οἱ δὲ λεγόμενοι ἄτρητοι, [[εἴτε]] τρῆμα ἔχοιεν λεπτὸν [[εἴτε]] μηδ' ὅλως Gal.14.787, εὐνοῦχοι ἢ ἑρμαφρόδιτοι ἢ ἄτρωγλοι καὶ ἄτρητοι γίγνονται Ptol.<i>Tetr</i>.3.13.12, σπάδοντας ποιοῦσι καὶ αὐλικοὺς ἢ στείρας ἢ ἀτρήτους Ptol.<i>Tetr</i>.4.5.16, Σατορνῖνος ... ἐξήνεγκεν ὅτι δὴ οὐκ ἄτρητον γήμαι Saturnino ... contó que se había casado con una mujer no sin abrir e.d. desvirgada</i> Procop.<i>Arc</i>.17.36.<br /><b class="num">2</b> [[no perforable]] de metales [[muy compacto]] κυανὸν ἐπίβαλλε, ἕως γένηται [[ἄρρευστος]] καὶ ἄ. Ps.Democr.p.45<br /><b class="num">•</b>pero cf. [[ἄτριστος]].<br /><b class="num">3</b> [[que no cava agujeros]] (ζῷα) τὰ μὲν τρηματώδη τὰ δ' ἄτρητα Arist.<i>HA</i> 488<sup>a</sup>25.
}}
}}

Revision as of 12:08, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄτρητος Medium diacritics: ἄτρητος Low diacritics: άτρητος Capitals: ΑΤΡΗΤΟΣ
Transliteration A: átrētos Transliteration B: atrētos Transliteration C: atritos Beta Code: a)/trhtos

English (LSJ)

ον,

   A not perforated, without aperture, Pl.Plt.279e, Arist. HA516a26; with imperforate anus, Ptol.Tetr.150; of a virgin, Procop.Arc.17.    II Act., not making holes, ζῷα interpol. in Arist. HA488a25.

German (Pape)

[Seite 389] 1) nicht durchbohrt, ohne Oeffnung, Plat. Polit. 279 e. Bei Medic. = deren Zeugungstheile od. After verwachsen; vgl. τιτράω. – 2) Bei Arist. H. A. 1, 1, 12 stehen ζῷα ἄτρητα den τρηματώδη entgegen, die nicht in Höhlen leben.

Spanish (DGE)

-ον
1 no perforado τῶν ἀτρήτων (περικαλυμμάτων) τὰ μὲν νεύρινα φυτῶν ἐκ γῆς, τὰ δὲ τρίχινα Pl.Plt.279e, τὸ ὀδόντων γένος, ὀστοῦν τῇ μὲν ἄτρητον, τῇ δὲ τρητόν Arist.HA 516a26, ζιγγίβερι ἄ. Gal.14.292, cf. 13.302
anat., de pers. c. ref. a los órganos sexuales οἱ δὲ λεγόμενοι ἄτρητοι, εἴτε τρῆμα ἔχοιεν λεπτὸν εἴτε μηδ' ὅλως Gal.14.787, εὐνοῦχοι ἢ ἑρμαφρόδιτοι ἢ ἄτρωγλοι καὶ ἄτρητοι γίγνονται Ptol.Tetr.3.13.12, σπάδοντας ποιοῦσι καὶ αὐλικοὺς ἢ στείρας ἢ ἀτρήτους Ptol.Tetr.4.5.16, Σατορνῖνος ... ἐξήνεγκεν ὅτι δὴ οὐκ ἄτρητον γήμαι Saturnino ... contó que se había casado con una mujer no sin abrir e.d. desvirgada Procop.Arc.17.36.
2 no perforable de metales muy compacto κυανὸν ἐπίβαλλε, ἕως γένηται ἄρρευστος καὶ ἄ. Ps.Democr.p.45
pero cf. ἄτριστος.
3 que no cava agujeros (ζῷα) τὰ μὲν τρηματώδη τὰ δ' ἄτρητα Arist.HA 488a25.