ἀμφιέλικτος: Difference between revisions

From LSJ
(6_18)
(big3_3)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφιέλικτος''': -ον, ὁ περιστρεφόμενος κύκλῳ, ὡς στρέφεται ὁ [[τροχός]], ἡ [[σελήνη]], κτλ. Ἄρατ. 378: πρβλ. ἀμφελικτός.
|lstext='''ἀμφιέλικτος''': -ον, ὁ περιστρεφόμενος κύκλῳ, ὡς στρέφεται ὁ [[τροχός]], ἡ [[σελήνη]], κτλ. Ἄρατ. 378: πρβλ. ἀμφελικτός.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀμφελικτός]] E.<i>HF</i> 398<br /><b class="num">1</b> [[enrollado en espiral]]de una serpiente, E.l.c., cf. Nonn.<i>D</i>.35.216<br /><b class="num">•</b>[[sinuoso]] περίπλοος D.P.466, σχῆμα ... ἀμφιέλικτον ... Κασπίης D.P.718.<br /><b class="num">2</b> [[que serpentea]], [[que avanza en zig zag]] de una serpiente, Nonn.<i>D</i>.25.523<br /><b class="num">•</b>[[que gira en círculo]] de las estrellas, Arat.378.
}}
}}

Revision as of 12:12, 21 August 2017

German (Pape)

[Seite 138] im Kreise herumgedreht, sich herumdrehend, τροχός u. ähnl., sp. D.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφιέλικτος: -ον, ὁ περιστρεφόμενος κύκλῳ, ὡς στρέφεται ὁ τροχός, ἡ σελήνη, κτλ. Ἄρατ. 378: πρβλ. ἀμφελικτός.

Spanish (DGE)

-ον

• Alolema(s): ἀμφελικτός E.HF 398
1 enrollado en espiralde una serpiente, E.l.c., cf. Nonn.D.35.216
sinuoso περίπλοος D.P.466, σχῆμα ... ἀμφιέλικτον ... Κασπίης D.P.718.
2 que serpentea, que avanza en zig zag de una serpiente, Nonn.D.25.523
que gira en círculo de las estrellas, Arat.378.