χρυσόλιθος: Difference between revisions

From LSJ

λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells

Source
(6_14)
(strοng)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χρῡσόλῐθος''': ὁ, [[ἴσως]] καὶ ἡ, λαμπρὸς τις κιτρινωπὸς [[πολύτιμος]] [[λίθος]] ([[ἴσως]] τὸ νῦν καλούμενον τοπάζιον), Διόδ. 2. 52, Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚΗ΄, 20, ΛΘ΄, 11)· πρβλ. Πλίν. 37. 42.
|lstext='''χρῡσόλῐθος''': ὁ, [[ἴσως]] καὶ ἡ, λαμπρὸς τις κιτρινωπὸς [[πολύτιμος]] [[λίθος]] ([[ἴσως]] τὸ νῦν καλούμενον τοπάζιον), Διόδ. 2. 52, Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚΗ΄, 20, ΛΘ΄, 11)· πρβλ. Πλίν. 37. 42.
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[χρυσός]] and [[λίθος]]; [[gold]]-[[stone]], i.e. a [[yellow]] [[gem]] ("chrysolite"): chrysolite.
}}
}}

Revision as of 17:43, 25 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρυσόλῐθος Medium diacritics: χρυσόλιθος Low diacritics: χρυσόλιθος Capitals: ΧΡΥΣΟΛΙΘΟΣ
Transliteration A: chrysólithos Transliteration B: chrysolithos Transliteration C: chrysolithos Beta Code: xruso/liqos

English (LSJ)

ὁ,

   A topaz, LXX Ex.28.20, 36.20 (39.13), D.S.2.52, Apoc.21.20, Plin.HN37.126, Orph.L.298,300, PLond.3.928.15 (iii A. D.).

German (Pape)

[Seite 1381] ἡ, Goldstein, ein durchsichtiger Edelstein von Goldfarbe, der Topas der ältern Griechen, Plin. H. N. 37, 9,42.

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσόλῐθος: ὁ, ἴσως καὶ ἡ, λαμπρὸς τις κιτρινωπὸς πολύτιμος λίθος (ἴσως τὸ νῦν καλούμενον τοπάζιον), Διόδ. 2. 52, Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚΗ΄, 20, ΛΘ΄, 11)· πρβλ. Πλίν. 37. 42.

English (Strong)

from χρυσός and λίθος; gold-stone, i.e. a yellow gem ("chrysolite"): chrysolite.