Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist
-ες (Α ἀγγειώδης) ἀγγεῑο
αυτός που μοιάζει με αγγείο, κοίλος
νεοελλ.
ο ραγοειδής χιτώνας του οφθαλμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. vascular bundle].