θνασίδιον
From LSJ
Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit
English (LSJ)
Aeolic for θνησείδιον.
Greek Monolingual
θνασίδιον, τὸ (Α) επιγρ. (αιολ. τ. βλ. θνησείδιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αιολ. τ. του θνησείδιον].