κομψοτέχνης

From LSJ
Revision as of 13:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → Iuvenem magis tacere quam fari decet → Dem jungen Mann steht Schweigen mehr als Reden an

Menander, Monostichoi, 375

Greek Monolingual

ο
αυτός που κατασκευάζει κομψοτεχνήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κομψός + -τέχνης (< τέχνη), πρβλ. αριστο-τέχνης, καλλι-τέχνης].