ανεμοσούρι
From LSJ
Φίλων τρόπους γίνωσκε, μὴ μίσει δ' ὅλως → Mores amici noveris, non oderis → Erkenne, hasse nicht schlechthin der Freunde Art
Greek Monolingual
το (κ. ἀνεμοσούρισμα) (ανεμοσουρίζω)
άνεμος δυνατός και βουερός.
Φίλων τρόπους γίνωσκε, μὴ μίσει δ' ὅλως → Mores amici noveris, non oderis → Erkenne, hasse nicht schlechthin der Freunde Art
το (κ. ἀνεμοσούρισμα) (ανεμοσουρίζω)
άνεμος δυνατός και βουερός.