ημεροθαλλής

From LSJ
Revision as of 09:30, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199

Greek Monolingual

ἡμεροθαλλής ή ήμεροθηλής, -ές (Α)
αυτός που βλαστάνει μέρα με τη μέρα, σιγά σιγά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο)- + -θαλλής (< θάλ-λω), πρβλ. α-θαλλής, ιερο-θαλλής].