μελισσόπουλο

From LSJ
Revision as of 15:05, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ζῶμεν ἀλογίστως προσδοκοῦντες μὴ θανεῖν → Mortis non memores inconsulto vivimus → Den Tod verdrängend leben wir voll Unvernunft

Menander, Monostichoi, 200

Greek Monolingual

το
νεαρή μέλισσα («περνά περνά η μέλισσα με τα μελισσόπουλα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλισσα + υποκορ. κατάλ. -πουλο (πρβλ. βασιλό-πουλο)].