μολυβδοξύστης
From LSJ
Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück
ο
εργαλείο για ξύσιμο τών μολυβιών, ξύστρα μολυβιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μόλυβδος + ξύστης (< ξύω), πρβλ. ουρανο-ξύστης.